Έλκος στα τούρκικα
Μετάφραση: έλκος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ülser, çıban, ülseri, ülserli, ülserin, ülsere
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έλκος
έλκος δωδεκαδακτύλου, έλκος διατροφή, έλκος στο στομάχι, έλκος συμπτώματα, έλκος στομάχου αντιμετώπιση, έλκος λεξικό γλώσσας τούρκικα, έλκος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- έλευση στα τούρκικα - gelişi, advent, gelişiyle, çıkışı, Noel
- έλικας στα τούρκικα - helezon, sarmal, helis, heliks, helix
- έλκω στα τούρκικα - çekme, çekmek, çizmek, ülserleşmek, ulcerate, ülser, ülser olmak, ...
- έλλειψη στα τούρκικα - istemek, kıtlık, yokluk, dilek, istek, eksiklik, sıkıntısı, ...
Τυχαίες λέξεις
Έλκος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: ülser, çıban, ülseri, ülserli, ülserin, ülsere
Μεταφράσεις: ülser, çıban, ülseri, ülserli, ülserin, ülsere