Αθλητής στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αθλητής, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
спортсмен, спортист, атлет, спортна, спорт, състезател
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αθλητής
αθλητής στίβου, αθλητής 105 ετών, αθλητής κατάστημα, μαθητής σκότωσε, αθλητής χωρίς πόδια, αθλητής λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αθλητής στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αθεϊσμός στα βουλγαρικά - атеизъм, атеизма, атеизмът, на атеизма
- αθεϊστής στα βουλγαρικά - атеист, атеистична, атеисти, Религия Атеист
- αθλητικά στα βουλγαρικά - спорт, спортен, Спорт, Sports, Спортни, спорта
- αθλητικός στα βουλγαρικά - атлетичен, Атлетично, атлетична, лека атлетика, спортните
Τυχαίες λέξεις
Αθλητής στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: спортсмен, спортист, атлет, спортна, спорт, състезател
Μεταφράσεις: спортсмен, спортист, атлет, спортна, спорт, състезател