Αθλητής στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αθλητής, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
спартсмен, спартовец
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αθλητής
αθλητής στίβου, αθλητής 105 ετών, αθλητής κατάστημα, μαθητής σκότωσε, αθλητής χωρίς πόδια, αθλητής λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αθλητής στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αθεϊσμός στα λευκορωσικά - атэізм, атэізму, атэізме, быў атэізм
- αθεϊστής στα λευκορωσικά - атэіст, Federation Атэіст, Атэіст Вышэйшае
- αθλητικά στα λευκορωσικά - спартыўны, спартовы, спартыўнае, спартыўная, спартыўную
- αθλητικός στα λευκορωσικά - спартыўны, спартовы, спартыўнае, спартыўная, спартыўную
Τυχαίες λέξεις
Αθλητής στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: спартсмен, спартовец
Μεταφράσεις: спартсмен, спартовец