Αθλητής στα ουκρανικά
Μετάφραση: αθλητής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
інкасатор, рисак, риболове, полоз, спортсмен, атлет, мисливець, рибалка, чесний, вус, кур'єр, ротор
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αθλητής
αθλητής στίβου, αθλητής 105 ετών, αθλητής κατάστημα, μαθητής σκότωσε, αθλητής χωρίς πόδια, αθλητής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αθλητής στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αθεϊσμός στα ουκρανικά - атеїзм, атеизм
- αθεϊστής στα ουκρανικά - атеїст, атеист, атеїстом
- αθλητικά στα ουκρανικά - атлетика, спортивний, спортивне, спортивного
- αθλητικός στα ουκρανικά - атлетичний, спортивний, спортивне, спортивного
Τυχαίες λέξεις
Αθλητής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: інкасатор, рисак, риболове, полоз, спортсмен, атлет, мисливець, рибалка, чесний, вус, кур'єр, ротор
Μεταφράσεις: інкасатор, рисак, риболове, полоз, спортсмен, атлет, мисливець, рибалка, чесний, вус, кур'єр, ротор