Ακρωτήριο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ακρωτήριο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
плащ, нос, Кабо, Кейп, Cape, пелерина
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακρωτήριο
ακρωτήριο της καλής ελπίδας, ακρωτήριο χορν, ακρωτήριο αρχιτεκτονική, ακρωτήριο ταίναρο, ακρωτήριο πούντα, ακρωτήριο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ακρωτήριο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ακροβάτης στα βουλγαρικά - акробат, Acrobat, на Acrobat, напряко
- ακροβατικός στα βουλγαρικά - акробатически, акробатични, акробатична, акробатично, акробатичен
- ακρωτηριάζω στα βουλγαρικά - осакатявам, осакатяват, осакатява, осакатят, осакатяваш
- ακρωτηριασμός στα βουλγαρικά - ампутиране, ампутация, ампутация на, ампутацията
Τυχαίες λέξεις
Ακρωτήριο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: плащ, нос, Кабо, Кейп, Cape, пелерина
Μεταφράσεις: плащ, нос, Кабо, Кейп, Cape, пелерина