Αμμωνία στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αμμωνία, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
амоняк, на амоняк, амонячен, амоняка
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμμωνία
αμμωνία στο αίμα, αμμωνία υγρή, αμμωνία στα ούρα, αμμωνία για τσιμπήματα, αμμωνία ιδιότητες, αμμωνία λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αμμωνία στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αμηχανία στα βουλγαρικά - смущение, срам, неудобство, притеснение, объркване
- αμμουδιά στα βουλγαρικά - плаж, плажен, Бряг, Beach, плажа
- αμμόλιθος στα βουλγαρικά - пясъчник, пясъчници, от пясъчник
- αμμόλοφος στα βουλγαρικά - дюна, Dune, Дюн, дюната
Τυχαίες λέξεις
Αμμωνία στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: амоняк, на амоняк, амонячен, амоняка
Μεταφράσεις: амоняк, на амоняк, амонячен, амоняка