Ανεγείρω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ανεγείρω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
въздигне, възкреся, издигна, издигне, въздигна
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανεγείρω
ανεγείρω συνωνυμα, ανεγείρω λεξικο, ανεγείρω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ανεγείρω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ανεβάζω στα βουλγαρικά - поддръжка, напредвам, водят до повишаване, вдигне, прокара, водят до повишаване на
- ανεβαίνω στα βουλγαρικά - гора, катерене, планина, изкачване, набиране на височина, изкачи
- ανεγκέφαλος στα βουλγαρικά - аненцефалия
- ανειλικρινής στα βουλγαρικά - неискрен, неискрена, неискрено, неискрени, откровен
Τυχαίες λέξεις
Ανεγείρω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: въздигне, възкреся, издигна, издигне, въздигна
Μεταφράσεις: въздигне, възкреся, издигна, издигне, въздигна