Ανεγείρω στα σλοβενικά
Μετάφραση: ανεγείρω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
postavit, obudil, obudi, obuditi, obudim, dvignili
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανεγείρω
ανεγείρω συνωνυμα, ανεγείρω λεξικο, ανεγείρω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, ανεγείρω στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- ανεβάζω στα σλοβενικά - oživit, push up, potisnite navzgor, dvig, povečevanje
- ανεβαίνω στα σλοβενικά - nasadit, let, vzpon, vzpenjanje, vzpenjanja, vzponu, vzpenjati
- ανεγκέφαλος στα σλοβενικά - anencefalija
- ανειλικρινής στα σλοβενικά - neiskrena, neiskren, neodkriti, neiskreno, hinavska
Τυχαίες λέξεις
Ανεγείρω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: postavit, obudil, obudi, obuditi, obudim, dvignili
Μεταφράσεις: postavit, obudil, obudi, obuditi, obudim, dvignili