Ανεγείρω στα δανικά
Μετάφραση: ανεγείρω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
oprejse, rejse op, opvække, at oprejse, oprejste
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανεγείρω
ανεγείρω συνωνυμα, ανεγείρω λεξικο, ανεγείρω λεξικό γλώσσας δανικά, ανεγείρω στα δανικά
Μεταφράσεις
- ανεβάζω στα δανικά - push up, sætte skub i, skub i, sætte skub
- ανεβαίνω στα δανικά - klatre, bjerg, stigning, opstigning, stigningen, klatretur
- ανεγκέφαλος στα δανικά - anencephalitis, Anencefali
- ανειλικρινής στα δανικά - uoprigtig, insincere, uoprigtige, uoprigtigt
Τυχαίες λέξεις
Ανεγείρω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: oprejse, rejse op, opvække, at oprejse, oprejste
Μεταφράσεις: oprejse, rejse op, opvække, at oprejse, oprejste