Ανεγείρω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ανεγείρω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
издигне, воскреснам, подигнам, подигне, се подигне
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανεγείρω
ανεγείρω συνωνυμα, ανεγείρω λεξικο, ανεγείρω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ανεγείρω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ανεβάζω στα σλαβομακεδονικά - им помогнам на, им помогнам, помогнам, ги зголеми, помогнам на
- ανεβαίνω στα σλαβομακεδονικά - планина, искачувањето, искачување, качување, се искачи, искачи
- ανεγκέφαλος στα σλαβομακεδονικά - аненцефалија, аненцефалијата
- ανειλικρινής στα σλαβομακεδονικά - неискрени, неискрен, неискрените, искрени
Τυχαίες λέξεις
Ανεγείρω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: издигне, воскреснам, подигнам, подигне, се подигне
Μεταφράσεις: издигне, воскреснам, подигнам, подигне, се подигне