Απαίτηση στα βουλγαρικά
Μετάφραση: απαίτηση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
необходимост, търсене, нужда, изискване, изисквания, изискването, изискване за
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απαίτηση
απαίτηση ενεργειακού πιστοποιητικού, απαίτηση εκκαθαρισμένη, απαίτηση βέβαιη και εκκαθαρισμένη, απαίτηση από συναλλαγματική παραγραφή, απαίτηση συνώνυμα, απαίτηση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, απαίτηση στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- απαίσια στα βουλγαρικά - ужасен, ужасно, ужасна, страшно, ужасната
- απαίσιος στα βουλγαρικά - вонящ, смрадлив, вонящи, вонящо, воняща
- απαγορευμένο στα βουλγαρικά - табу, забранен, забранено, забранени, забранена, Забранява
- απαγορεύω στα βουλγαρικά - забрана, запрещение, забранявам, забрани, да забрани, се забрани, боже
Τυχαίες λέξεις
Απαίτηση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: необходимост, търсене, нужда, изискване, изисквания, изискването, изискване за
Μεταφράσεις: необходимост, търсене, нужда, изискване, изисквания, изискването, изискване за