Απαίτηση στα δανικά

Μετάφραση: απαίτηση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
efterspørgsel, fordre, krav, behov, kravet, kravet om, krav om
Απαίτηση στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απαίτηση

απαίτηση ενεργειακού πιστοποιητικού, απαίτηση εκκαθαρισμένη, απαίτηση βέβαιη και εκκαθαρισμένη, απαίτηση από συναλλαγματική παραγραφή, απαίτηση συνώνυμα, απαίτηση λεξικό γλώσσας δανικά, απαίτηση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • απαίσια στα δανικά - forfærdelig, forfærdelige, frygtelig, forfærdeligt, frygtelige
  • απαίσιος στα δανικά - frygtelig, grim, dårlig, ond, forfærdelig, slet, stinkende, ...
  • απαγορευμένο στα δανικά - tabu, forbudt, forbydes, forbudte, er forbudt, forbudt at
  • απαγορεύω στα δανικά - forbyde, forbud, forbyder, forbyde det, at forbyde
Τυχαίες λέξεις
Απαίτηση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: efterspørgsel, fordre, krav, behov, kravet, kravet om, krav om