Απορροφητικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: απορροφητικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
абсорбент, поглъщащ, попиващ, абсорбиращ, абсорбиращи
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απορροφητικός
απορροφητικός λάκκος, απορροφητικός βόθρος, απορροφητικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, απορροφητικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- απορρίμματα στα βουλγαρικά - носилки, боклук, кошчето, отпадъци, боклука, боклуци
- απορρίπτω στα βουλγαρικά - отхвърляне, отхвърлите, отхвърлят, отхвърли, отхвърля
- απορροφώ στα βουλγαρικά - поглъщам, завладявам, обсебва, съставям документ
- απορρόφηση στα βουλγαρικά - асимилация, абсорбция, поглъщане, абсорбцията, абсорбиране, абсорбционна
Τυχαίες λέξεις
Απορροφητικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: абсорбент, поглъщащ, попиващ, абсорбиращ, абсорбиращи
Μεταφράσεις: абсорбент, поглъщащ, попиващ, абсорбиращ, абсорбиращи