Απορροφητικός στα εσθονικά

Μετάφραση: απορροφητικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
imav, neelav, absorbeeriva, absorbendiga, absorbeerivat, absorbeeriv
Απορροφητικός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απορροφητικός

απορροφητικός λάκκος, απορροφητικός βόθρος, απορροφητικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, απορροφητικός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • απορρίμματα στα εσθονικά - pesakond, põhk, allapanu, rämps, prügi, praht, prügikasti, ...
  • απορρίπτω στα εσθονικά - eitama, lahtisaamine, hülgama, keelduma, loobuma, tagasi lükkama, tagasi lükata, ...
  • απορροφώ στα εσθονικά - neelama, hõivama, haarama, absorbeerima, süüvima, monopoliseerima
  • απορρόφηση στα εσθονικά - süvenemine, imendumine, püüd, absorbtsioon, pürgimus, neeldumine, imendumist, ...
Τυχαίες λέξεις
Απορροφητικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: imav, neelav, absorbeeriva, absorbendiga, absorbeerivat, absorbeeriv