Ατελιέ στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ατελιέ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
цех, студио, Studio, студиото, ЕДНОСТАЕН апартамент, студиен
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατελιέ
ατελιέ dmd, ατελιέ alessandra, ατελιέ νυφικών, ατελιέ σίλια κριθαριώτη, ατελιέ σπύρου βασιλείου, ατελιέ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ατελιέ στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αταξία στα βουλγαρικά - атаксия, атаксия на, атаксията, атаксиа
- αταραξία στα βουλγαρικά - спокойствие, квиетизъм, пасивен мистицизъм
- ατενίζω στα βουλγαρικά - взират, взира, гледа, гледат, се взира
- ατζαμής στα βουλγαρικά - наивник, новак, новака, новака Мак, глупак
Τυχαίες λέξεις
Ατελιέ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: цех, студио, Studio, студиото, ЕДНОСТАЕН апартамент, студиен
Μεταφράσεις: цех, студио, Studio, студиото, ЕДНОСТАЕН апартамент, студиен