Ατελιέ στα φινλανδικά

Μετάφραση: ατελιέ, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
työpaja, ateljee, työhuone, paja, verstas, studio, studiokuva, studiossa, studion
Ατελιέ στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ατελιέ

ατελιέ dmd, ατελιέ alessandra, ατελιέ νυφικών, ατελιέ σίλια κριθαριώτη, ατελιέ σπύρου βασιλείου, ατελιέ λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ατελιέ στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • αταξία στα φινλανδικά - häiriö, epäjärjestys, vaiva, hajaannus, häiritä, hämminki, vaivata, ...
  • αταραξία στα φινλανδικά - vaikenemista
  • ατενίζω στα φινλανδικά - katse, mulkoilla, tuijotus, tuijottaa, pällistellä, hämmästellä, stare, ...
  • ατζαμής στα φινλανδικά - ensikertalainen, vasta-alkaja, perustaja, kiperä, aloittelija, vaivalloinen, hankala, ...
Τυχαίες λέξεις
Ατελιέ στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: työpaja, ateljee, työhuone, paja, verstas, studio, studiokuva, studiossa, studion