Ατελιέ στα λιθουανικά
Μετάφραση: ατελιέ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
dirbtuvė, studija, Studio, studijoje, studijos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατελιέ
ατελιέ dmd, ατελιέ alessandra, ατελιέ νυφικών, ατελιέ σίλια κριθαριώτη, ατελιέ σπύρου βασιλείου, ατελιέ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ατελιέ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αταξία στα λιθουανικά - netvarka, ataksija, ataksijos, ataksiją, pereinanti ataksija
- αταραξία στα λιθουανικά - tyla, ramumas, Kwietyzm
- ατενίζω στα λιθουανικά - spoksojimas, Senamiestis, stare, spokso, spoksoti
- ατζαμής στα λιθουανικά - kelmas, nerangus, naivuolis, Greenhorn, geltonsnapis, pienburnis, naujokas
Τυχαίες λέξεις
Ατελιέ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: dirbtuvė, studija, Studio, studijoje, studijos
Μεταφράσεις: dirbtuvė, studija, Studio, studijoje, studijos