Αυλός στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αυλός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
флейта, тръба, флейтата, свирката, свирка, на свирката
Αυλός στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυλός

αυλός πυρόσβεσης, αυλός νότες, αυλός κάνης, αυλός ψεκασμού, αυλόσ θεσσαλονίκη, αυλός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αυλός στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αυλικός στα βουλγαρικά - придворен, царедворец, дворянин, кавалер
  • αυλόπορτα στα βουλγαρικά - порта, врата, портата, вратата, врати
  • αυνανισμός στα βουλγαρικά - мастурбация, онанизъм, маструбация, мастурбацията, мастурбирането
  • αυξάνομαι στα βουλγαρικά - расти, планина, гора, възниквам, растат, расте, нарасне, ...
Τυχαίες λέξεις
Αυλός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: флейта, тръба, флейтата, свирката, свирка, на свирката