Αυλός στα τούρκικα

Μετάφραση: αυλός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tüp, boru, flüt, flute, oluk, flütü, yiv
Αυλός στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυλός

αυλός πυρόσβεσης, αυλός νότες, αυλός κάνης, αυλός ψεκασμού, αυλόσ θεσσαλονίκη, αυλός λεξικό γλώσσας τούρκικα, αυλός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αυλικός στα τούρκικα - saray mensubu, courtier, saray, saraylı, nedimleri
  • αυλόπορτα στα τούρκικα - kapı, Gate, kapısı, geçit, geçidi
  • αυνανισμός στα τούρκικα - mastürbasyon, Masturbasyon, masturbation
  • αυξάνομαι στα τούρκικα - bayır, büyütmek, dağ, yetiştirmek, artış, gelişmek, büyümek, ...
Τυχαίες λέξεις
Αυλός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: tüp, boru, flüt, flute, oluk, flütü, yiv