Αφρίζω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αφρίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пена, мехур, балон, мехурчета, балона, мехурче
Αφρίζω στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αφρίζω

αφρίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αφρίζω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αφουγκράζομαι στα βουλγαρικά - слушате, подслушване, подслушвам, подслушва, да подслушва, подслушай
  • αφού στα βουλγαρικά - след, след като, в
  • αφρώδης στα βουλγαρικά - искрящ, пенливо, пенливи, газирано, пенливото
  • αφύσικο στα βουλγαρικά - неестествен, неестествено, неестествена, неприродна, неестествени
Τυχαίες λέξεις
Αφρίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: пена, мехур, балон, мехурчета, балона, мехурче