Αφρίζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αφρίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
geado, espuma, sobrevoar, bolha, bolha de, da bolha, de bolha, bubble
Αφρίζω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αφρίζω

αφρίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αφρίζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αφουγκράζομαι στα πορτογαλικά - escute, escutar, ouvir, lista, bisbilhotar, espionar, espiar, ...
  • αφού στα πορτογαλικά - pecar, desde, depois, após, depois de, após a, após o
  • αφρώδης στα πορτογαλικά - espumante, cintilante, sparkling, espumantes, brilhante
  • αφύσικο στα πορτογαλικά - antinatural, não natural, pouco natural, anormal, unnatural
Τυχαίες λέξεις
Αφρίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: geado, espuma, sobrevoar, bolha, bolha de, da bolha, de bolha, bubble