Αφρίζω στα ουγγρικά

Μετάφραση: αφρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
buborék, bubble, pezsgőfürdőzés, szappanbuboré
Αφρίζω στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αφρίζω

αφρίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αφρίζω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • αφουγκράζομαι στα ουγγρικά - kihallgat, kihallgatni, hallgatózni, hallgatózik, ereszalja
  • αφού στα ουγγρικά - után, követően, utáni
  • αφρώδης στα ουγγρικά - sziporkázó, villódzó, szikrázó, pezsgő, csillogó, gyöngyöző, pezsgők
  • αφύσικο στα ουγγρικά - természetellenes, természetes, nem természetes, természetellenesnek, természetben nem előforduló
Τυχαίες λέξεις
Αφρίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: buborék, bubble, pezsgőfürdőzés, szappanbuboré