Αφρίζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: αφρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
шум, піна, шумовиння, міхур, бульбашка, пузир, булька, бульбашку
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αφρίζω
αφρίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αφρίζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αφουγκράζομαι στα ουκρανικά - нахил, каталог, перелік, слухайте, бордюр, обрізків, пасмо, ...
- αφού στα ουκρανικά - з, зі, оскільки, відтоді, після, по
- αφρώδης στα ουκρανικά - виблискування, блискучий, шипучий, блискаючий, виблискуючий, сяючий, виблискує
- αφύσικο στα ουκρανικά - примха, неприродний, неприродній, неприродного
Τυχαίες λέξεις
Αφρίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: шум, піна, шумовиння, міхур, бульбашка, пузир, булька, бульбашку
Μεταφράσεις: шум, піна, шумовиння, міхур, бульбашка, пузир, булька, бульбашку