Βαρυσήμαντος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: βαρυσήμαντος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
тежък, тежка, важен, авторитетен
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαρυσήμαντος
βαρυσήμαντος συνώνυμα, βαρυσήμαντος συνώνυμο, βαρυσήμαντος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, βαρυσήμαντος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- βαρετός στα βουλγαρικά - досаден, отегчителен, неприятен, уморителен, изморителна
- βαριά στα βουλγαρικά - силно, тежко, сериозно, голяма степен, до голяма степен
- βαρόνος στα βουλγαρικά - магнат, барон, Baron, Барън, на барон
- βαρύς στα βουλγαρικά - тежък, тежки, тежка, тежката, тежко
Τυχαίες λέξεις
Βαρυσήμαντος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: тежък, тежка, важен, авторитетен
Μεταφράσεις: тежък, тежка, важен, авторитетен