Βαρυσήμαντος στα σουηδικά
Μετάφραση: βαρυσήμαντος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
vägande, tungt, tunga, tungt vägande, tung
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαρυσήμαντος
βαρυσήμαντος συνώνυμα, βαρυσήμαντος συνώνυμο, βαρυσήμαντος λεξικό γλώσσας σουηδικά, βαρυσήμαντος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- βαρετός στα σουηδικά - matt, tråkig, långtråkig, ledsam, trött, tröttsamma, tröttsamt, ...
- βαριά στα σουηδικά - tungt, kraftigt, starkt, mycket, hårt
- βαρόνος στα σουηδικά - Baron, baronen, baronens, baron
- βαρύς στα σουηδικά - grov, tung, tunga, entreprenad, tungt, Jordbruks
Τυχαίες λέξεις
Βαρυσήμαντος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: vägande, tungt, tunga, tungt vägande, tung
Μεταφράσεις: vägande, tungt, tunga, tungt vägande, tung