Βαρυσήμαντος στα ολλανδικά
Μετάφραση: βαρυσήμαντος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gewichtig, zwaarwegend, zwaarwichtig, gewichtige, zware
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαρυσήμαντος
βαρυσήμαντος συνώνυμα, βαρυσήμαντος συνώνυμο, βαρυσήμαντος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, βαρυσήμαντος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- βαρετός στα ολλανδικά - vermoeiend, melig, stomp, simpel, onnozel, toonloos, taai, ...
- βαριά στα ολλανδικά - hard, zwaar, sterk, zware, zwaarder
- βαρόνος στα ολλανδικά - baron, van Baron, de Baron
- βαρύς στα ολλανδικά - zwaar, klankrijk, ernstig, bedenkelijk, stemhebbend, klankvol, drukkend, ...
Τυχαίες λέξεις
Βαρυσήμαντος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: gewichtig, zwaarwegend, zwaarwichtig, gewichtige, zware
Μεταφράσεις: gewichtig, zwaarwegend, zwaarwichtig, gewichtige, zware