Γελωτοποιός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: γελωτοποιός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
шут, шегаджия, палячо, смешник
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γελωτοποιός
γελωτοποιός συνωνυμα, γελωτοποιός blog, γελωτοποιόσ μπλόγκερ, διχασμένος γελωτοποιός, γελωτοποιόσ μπαμπινιωτησ, γελωτοποιός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, γελωτοποιός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- γελοιοποιώ στα βουλγαρικά - насмешка, бурлеска, пародиен, бурлеската, карикатурен, в карикатурен вид
- γελοιότητα στα βουλγαρικά - абсурдност
- γελώ στα βουλγαρικά - смях, смеят, се смеят, изсмя
- γεμάτος στα βουλγαρικά - пълен, пълно, пълна, пълния, пълната
Τυχαίες λέξεις
Γελωτοποιός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: шут, шегаджия, палячо, смешник
Μεταφράσεις: шут, шегаджия, палячо, смешник