Γκρινιάρης στα βουλγαρικά
Μετάφραση: γκρινιάρης, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мърморко, кана за наливна бира, файтон
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γκρινιάρης
γκρινιάρης ρόδος, γκρινιάρης παιχνίδι, γκρινιάρης στρουμφάκι, γκρινιάρης στα αγγλικά, γκρινιάρης παιχνίδι online, γκρινιάρης λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, γκρινιάρης στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- γκρεμός στα βουλγαρικά - унес, стръмна скала, скала, Клиф, Cliff, скалата
- γκρινιάζω στα βουλγαρικά - важим, ръмжене, изръмжаване, ръмжене се, ръмжа
- γκόμενα στα βουλγαρικά - дете, пиле, мадама, мацка, пилета, пилетата
- γκόμενος στα βουλγαρικά - гадже, приятеля, гаджето, приятелят, приятел
Τυχαίες λέξεις
Γκρινιάρης στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: мърморко, кана за наливна бира, файтон
Μεταφράσεις: мърморко, кана за наливна бира, файтон