Γλώσσα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: γλώσσα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
жаргон, език, язък, езика, езици, на език
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γλώσσα
γλώσσα στο φούρνο, γλώσσα στ δημοτικού, γλώσσα c, γλώσσα γ δημοτικού, γλώσσα γ γυμν, γλώσσα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, γλώσσα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- γλύπτης στα βουλγαρικά - скулптор, скулптора, скулпторът, скулптура
- γλύφω στα βουλγαρικά - глиф, йероглиф, издатина, глифа
- γνέθω στα βουλγαρικά - въртене, завъртане, спин, центрофугиране, на центрофугиране
- γνέφω στα βουλγαρικά - жест, движение, махвам, повиквам
Τυχαίες λέξεις
Γλώσσα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: жаргон, език, язък, езика, езици, на език
Μεταφράσεις: жаргон, език, язък, езика, езици, на език