Γονυπετώ στα βουλγαρικά

Μετάφραση: γονυπετώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
на колене, коленичил, накланяне, колене, коленичене
Γονυπετώ στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γονυπετώ

γονυπετώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, γονυπετώ στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • γονιμοποιώ στα βουλγαρικά - далак, Милт, Milt, оплождам хайвер
  • γονιμότητα στα βουλγαρικά - раждаемост, плодородие, плодовитост, фертилитета, плодородието, фертилитет
  • γορίλα στα βουλγαρικά - горила, Gorilla, на горила
  • γοργά στα βουλγαρικά - бързо, бързо се, бързо да
Τυχαίες λέξεις
Γονυπετώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: на колене, коленичил, накланяне, колене, коленичене