Γονυπετώ στα ουγγρικά

Μετάφραση: γονυπετώ, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
térdelő, térdel, térdeplő, térdelve
Γονυπετώ στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γονυπετώ

γονυπετώ λεξικό γλώσσας ουγγρικά, γονυπετώ στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • γονιμοποιώ στα ουγγρικά - halikra, Milt, haltej, halat megtermékenyít, lép testrész
  • γονιμότητα στα ουγγρικά - termékenység, termékenységi, termékenységet, termékenységre, a termékenység
  • γορίλα στα ουγγρικά - gorilla, gorillának, gorillák, gorillát
  • γοργά στα ουγγρικά - gyorsan, gyors, gyorsabban, rohamosan, gyors ütemben
Τυχαίες λέξεις
Γονυπετώ στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: térdelő, térdel, térdeplő, térdelve