Δέσμη στα βουλγαρικά

Μετάφραση: δέσμη, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пакет, лъч, греда, светлина, светлини, греди
Δέσμη στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δέσμη

δέσμη χαρτικά, δέσμη ενεργειών, δέσμη ιδεών γκάλι, δέσμη φωτονίων, δέσμη ακτίνων, δέσμη λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, δέσμη στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • δέσιμο στα βουλγαρικά - връзване, обвързването, обвързване, обвързващия, изравнителния
  • δέσμευση στα βουλγαρικά - задължение, ангажимент, ангажимента, ангажираност, ангажираността
  • δέσμιος στα βουλγαρικά - пленник, пленен, плен, в плен, собствена
  • δέχομαι στα βουλγαρικά - приемам, го приемам, приеме, приемат, приема
Τυχαίες λέξεις
Δέσμη στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: пакет, лъч, греда, светлина, светлини, греди