Δέσμη στα ισλανδικά
Μετάφραση: δέσμη, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
geisla, bjálkanum, bjálki
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δέσμη
δέσμη χαρτικά, δέσμη ενεργειών, δέσμη ιδεών γκάλι, δέσμη φωτονίων, δέσμη ακτίνων, δέσμη λεξικό γλώσσας ισλανδικά, δέσμη στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- δέσιμο στα ισλανδικά - binda, að binda, batt, því að binda, bindur
- δέσμευση στα ισλανδικά - skuldbinding, skuldbindingu, skuldbindingar, skuldbindingu um, vilji
- δέσμιος στα ισλανδικά - fanga, til fanga, föngnum, hernumda, burt hertekin
- δέχομαι στα ισλανδικά - þiggja, samþykkja, taka, sætta, að samþykkja, sætta sig
Τυχαίες λέξεις
Δέσμη στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: geisla, bjálkanum, bjálki
Μεταφράσεις: geisla, bjálkanum, bjálki