Δέσμη στα λευκορωσικά

Μετάφραση: δέσμη, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прамень, луч, промень
Δέσμη στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δέσμη

δέσμη χαρτικά, δέσμη ενεργειών, δέσμη ιδεών γκάλι, δέσμη φωτονίων, δέσμη ακτίνων, δέσμη λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, δέσμη στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • δέσιμο στα λευκορωσικά - завязванне, завязаўшы
  • δέσμευση στα λευκορωσικά - абавязацельства, абавязак, абавязанне, абавязальніцтва, абавязацельствы
  • δέσμιος στα λευκορωσικά - палонны, палоннік, вязень, з палонных, палоне ў
  • δέχομαι στα λευκορωσικά - атрымлiваць, узяць, прыймаць, атрымоўваць, прымаць, прымаць у, браць
Τυχαίες λέξεις
Δέσμη στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: прамень, луч, промень