Δέσμιος στα βουλγαρικά

Μετάφραση: δέσμιος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пленник, пленен, плен, в плен, собствена
Δέσμιος στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δέσμιος

δέσμιος συνωνυμο, δέσμιος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, δέσμιος στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • δέσμευση στα βουλγαρικά - задължение, ангажимент, ангажимента, ангажираност, ангажираността
  • δέσμη στα βουλγαρικά - пакет, лъч, греда, светлина, светлини, греди
  • δέχομαι στα βουλγαρικά - приемам, го приемам, приеме, приемат, приема
  • δήθεν στα βουλγαρικά - уж, привидно, уж за, пръв поглед, на пръв поглед
Τυχαίες λέξεις
Δέσμιος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: пленник, пленен, плен, в плен, собствена