Δραστηριότητα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: δραστηριότητα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
дейност, активност, дейността, дейности
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δραστηριότητα
δραστηριότητα συνώνυμα, δραστηριότητα αγγλικα, δραστηριότητα αναψυχής, δραστηριότητα στα αγγλικά, δραστηριότητα συνείδηση προσωπικότητα, δραστηριότητα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, δραστηριότητα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- δραστήριος στα βουλγαρικά - активен, активно, активното, активна, активната
- δραστηριοποιούμαι στα βουλγαρικά - раздвижвам се, потрудвам се
- δραστικός στα βουλγαρικά - потентен, силен, мощен, мощни, мощно
- δρεπάνι στα βουλγαρικά - коса, Scythe, косата, сърп, с коса
Τυχαίες λέξεις
Δραστηριότητα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: дейност, активност, дейността, дейности
Μεταφράσεις: дейност, активност, дейността, дейности