Δραστηριότητα στα φινλανδικά
Μετάφραση: δραστηριότητα, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tohina, toiminta, radioaktiivisuus, toimekkuus, vireys, aktiivisuus, toimintaa, aktiviteetti, aktiivisuutta
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δραστηριότητα
δραστηριότητα συνώνυμα, δραστηριότητα αγγλικα, δραστηριότητα αναψυχής, δραστηριότητα στα αγγλικά, δραστηριότητα συνείδηση προσωπικότητα, δραστηριότητα λεξικό γλώσσας φινλανδικά, δραστηριότητα στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- δραστήριος στα φινλανδικά - touhukas, tomera, työteliäs, ponteva, toimiva, toimen, toimekas, ...
- δραστηριοποιούμαι στα φινλανδικά - pyydystää, tarttua, pärjätä, herätä toimimaan, ryhtyä toimimaan
- δραστικός στα φινλανδικά - voimakas, raju, äärimmäinen, voimakkaita, tehokkaita, voimakkaiden, potentti
- δρεπάνι στα φινλανδικά - viikate, scythe, viikatteen, viikatteella, viikatetta
Τυχαίες λέξεις
Δραστηριότητα στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: tohina, toiminta, radioaktiivisuus, toimekkuus, vireys, aktiivisuus, toimintaa, aktiviteetti, aktiivisuutta
Μεταφράσεις: tohina, toiminta, radioaktiivisuus, toimekkuus, vireys, aktiivisuus, toimintaa, aktiviteetti, aktiivisuutta