Δραστηριότητα στα πορτογαλικά

Μετάφραση: δραστηριότητα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
actividade, acção, radioactividade, atividade, atividade de, atividades, a atividade
Δραστηριότητα στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δραστηριότητα

δραστηριότητα συνώνυμα, δραστηριότητα αγγλικα, δραστηριότητα αναψυχής, δραστηριότητα στα αγγλικά, δραστηριότητα συνείδηση προσωπικότητα, δραστηριότητα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, δραστηριότητα στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • δραστήριος στα πορτογαλικά - diligente, inimigo, energético, activo, enérgico, ativo, activa, ...
  • δραστηριοποιούμαι στα πορτογαλικά - apressarás, bestir, apresseis
  • δραστικός στα πορτογαλικά - drástico, drapeje, potente, potentes, poderoso, poderosa, forte
  • δρεπάνι στα πορτογαλικά - fouce, foice, esculpir, gadanha, scythe, o scythe, segadeira
Τυχαίες λέξεις
Δραστηριότητα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: actividade, acção, radioactividade, atividade, atividade de, atividades, a atividade