Εκκαθαριστής στα βουλγαρικά

Μετάφραση: εκκαθαριστής, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ликвидатор, Ликвидаторът, ликвидатора, синдик
Εκκαθαριστής στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκκαθαριστής

εκκαθαριστής commercial value, εκκαθαριστής ατε, εκκαθαριστής προβανκ, εκκαθαριστής σε υπερχρεωμένα, εκκαθαριστής ερτ, εκκαθαριστής λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εκκαθαριστής στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • εκκαθάριση στα βουλγαρικά - ликвидация, ликвидацията, ликвидационен, ликвидационната
  • εκκαθαρίζω στα βουλγαρικά - прецизирате, прецизира, усъвършенства, стесняване, уточните
  • εκκεντρικός στα βουλγαρικά - ексцентричен, раздразнителен, разнебитен, опак, лъкатушен
  • εκκενώνω στα βουλγαρικά - чистка, изчерпи, разрушават, изтощи, изчерпва, изчерпват
Τυχαίες λέξεις
Εκκαθαριστής στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: ликвидатор, Ликвидаторът, ликвидатора, синдик