Εκτεταμένος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: εκτεταμένος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
обширен, екстензивен, обширна, богат, обширната
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκτεταμένος
εκτεταμένος αλγόριθμος του ευκλείδη, εκτεταμένοσ έλεγχοσ τησ διεύθυνσησ ip κατά την συνεδρία, εκτεταμένος βικιλεξικο, εκτεταμένοσ συνώνυμα, εκτεταμένος συνώνυμο, εκτεταμένος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εκτεταμένος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εκτελώ στα βουλγαρικά - представлява, изпълнява, извършване, изпълняват, извършите, извърши
- εκτεταμένα στα βουλγαρικά - обширно, широко, екстензивно, подробно, голяма степен
- εκτιμητής στα βουλγαρικά - експерт, оценител, изчислителното, оценител на, оценителя на, Оценителя
- εκτιμώ στα βουλγαρικά - ценност, калибър, ценя, оценявам, оценят, ценят, оцените
Τυχαίες λέξεις
Εκτεταμένος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: обширен, екстензивен, обширна, богат, обширната
Μεταφράσεις: обширен, екстензивен, обширна, богат, обширната