Εκτεταμένος στα γερμανικά

Μετάφραση: εκτεταμένος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
reichlich, umfangreich, ausgiebig, weitgehend, umfassend, eingehend, weit, umfangreichen, umfangreiche
Εκτεταμένος στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκτεταμένος

εκτεταμένος αλγόριθμος του ευκλείδη, εκτεταμένοσ έλεγχοσ τησ διεύθυνσησ ip κατά την συνεδρία, εκτεταμένος βικιλεξικο, εκτεταμένοσ συνώνυμα, εκτεταμένος συνώνυμο, εκτεταμένος λεξικό γλώσσας γερμανικά, εκτεταμένος στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • εκτελώ στα γερμανικά - tun, unterzeichnen, ausführen, spielen, erfüllen, verrichten, leisten
  • εκτεταμένα στα γερμανικά - ausgiebig, ausführlich, häufig, viel, umfassend
  • εκτιμητής στα γερμανικά - beisitzer, finanzbeamtin, finanzbeamte, assessor, steuereinschätzer, Schätzer, Schätzeinrichtung
  • εκτιμώ στα γερμανικά - respektieren, dicke, einschätzen, messinstrument, maß, maßstab, pegel, ...
Τυχαίες λέξεις
Εκτεταμένος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: reichlich, umfangreich, ausgiebig, weitgehend, umfassend, eingehend, weit, umfangreichen, umfangreiche