Εκτεταμένος στα ουκρανικά
Μετάφραση: εκτεταμένος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
широкий, великий, обширний, просторий, велике
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκτεταμένος
εκτεταμένος αλγόριθμος του ευκλείδη, εκτεταμένοσ έλεγχοσ τησ διεύθυνσησ ip κατά την συνεδρία, εκτεταμένος βικιλεξικο, εκτεταμένοσ συνώνυμα, εκτεταμένος συνώνυμο, εκτεταμένος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, εκτεταμένος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- εκτελώ στα ουκρανικά - виступити, представляти, робити, виконайте, страчувати, стратити, являти, ...
- εκτεταμένα στα ουκρανικά - широко-широко, докладно, широко
- εκτιμητής στα ουκρανικά - експерт, засідатель, асесор, консультант, оцінювач, оценщик
- εκτιμώ στα ουκρανικά - значення, розрізнювати, величина, цінність, розрізняти, коштовність, розмір, ...
Τυχαίες λέξεις
Εκτεταμένος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: широкий, великий, обширний, просторий, велике
Μεταφράσεις: широкий, великий, обширний, просторий, велике