Εκτεταμένος στα ιταλικά
Μετάφραση: εκτεταμένος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
vasto, esteso, ampio, estensivo, vasta, una vasta
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκτεταμένος
εκτεταμένος αλγόριθμος του ευκλείδη, εκτεταμένοσ έλεγχοσ τησ διεύθυνσησ ip κατά την συνεδρία, εκτεταμένος βικιλεξικο, εκτεταμένοσ συνώνυμα, εκτεταμένος συνώνυμο, εκτεταμένος λεξικό γλώσσας ιταλικά, εκτεταμένος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- εκτελώ στα ιταλικά - fare, recitare, effettuare, compiere, eseguire, svolgere
- εκτεταμένα στα ιταλικά - ampiamente, estesamente, estensivamente, largamente, a lungo
- εκτιμητής στα ιταλικά - assessore, estimatore, stimatore, Estimator, Calcola il Costo, Calcola il Costo di
- εκτιμώ στα ιταλικά - quotare, pregio, apprezzare, valutare, gradire, valore, valuta, ...
Τυχαίες λέξεις
Εκτεταμένος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: vasto, esteso, ampio, estensivo, vasta, una vasta
Μεταφράσεις: vasto, esteso, ampio, estensivo, vasta, una vasta