Εκφύλιση στα βουλγαρικά

Μετάφραση: εκφύλιση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
израждане, дегенериране, дегенерация, Дегенерацията, Degeneration
Εκφύλιση στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκφύλιση

εκφύλιση μεσοσπονδύλιου δίσκου, εκφύλιση ωχράς κηλίδας τεστ, εκφύλιση ινομυώματος, εκφύλιση ωχράς κηλίδας του stargardt, εκφύλιση ωχράς κηλίδας σε νεους, εκφύλιση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εκφύλιση στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • εκφυλίζομαι στα βουλγαρικά - изроден, дегенерат, дегенеративен, изродена, изродено
  • εκφωνώ στα βουλγαρικά - произнася, изговора, изговора на, обяви, произнесе
  • εκχύλισμα στα βουλγαρικά - извлечение, екстракт, екстракт от, екстракти от
  • εκών στα βουλγαρικά - волю, Willy, Уили, немай, от немай
Τυχαίες λέξεις
Εκφύλιση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: израждане, дегенериране, дегенерация, Дегенерацията, Degeneration