Εκφύλιση στα τούρκικα
Μετάφραση: εκφύλιση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çökme, dejenerasyon, Dejenerasyonu, Dejeneresansı, Dejenerasyonunda, Dejeneresansında
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκφύλιση
εκφύλιση μεσοσπονδύλιου δίσκου, εκφύλιση ωχράς κηλίδας τεστ, εκφύλιση ινομυώματος, εκφύλιση ωχράς κηλίδας του stargardt, εκφύλιση ωχράς κηλίδας σε νεους, εκφύλιση λεξικό γλώσσας τούρκικα, εκφύλιση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εκφυλίζομαι στα τούρκικα - ahlaksız, dejenere, yozlaşmış, bozulmuş, dejenere bir
- εκφωνώ στα τούρκικα - telaffuz, okunur, dilinde, ilan ediyorum
- εκχύλισμα στα τούρκικα - özüt, öz, özü, ekstresi, ekstraktı
- εκών στα τούρκικα - willy, benimkiyle
Τυχαίες λέξεις
Εκφύλιση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: çökme, dejenerasyon, Dejenerasyonu, Dejeneresansı, Dejenerasyonunda, Dejeneresansında
Μεταφράσεις: çökme, dejenerasyon, Dejenerasyonu, Dejeneresansı, Dejenerasyonunda, Dejeneresansında