Εκφύλιση στα ρωσικά
Μετάφραση: εκφύλιση, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
упадок, вырождение, перерождение, дегенерация, дегенеративность, дегенерации, Degeneration
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκφύλιση
εκφύλιση μεσοσπονδύλιου δίσκου, εκφύλιση ωχράς κηλίδας τεστ, εκφύλιση ινομυώματος, εκφύλιση ωχράς κηλίδας του stargardt, εκφύλιση ωχράς κηλίδας σε νεους, εκφύλιση λεξικό γλώσσας ρωσικά, εκφύλιση στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- εκφυλίζομαι στα ρωσικά - перерождаться, дегенеративный, вырождаться, выродок, выродиться, дегенерат, вырожденным, ...
- εκφωνώ στα ρωσικά - доставлять, исторгать, донести, наносить, нанести, вручать, сдать, ...
- εκχύλισμα στα ρωσικά - вытянуть, выбирать, выписывать, выписать, удалиться, втаскивать, вынуть, ...
- εκών στα ρωσικά - радушно, охотно, Уилли, волей, Вилли, Willy, вольно
Τυχαίες λέξεις
Εκφύλιση στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: упадок, вырождение, перерождение, дегенерация, дегенеративность, дегенерации, Degeneration
Μεταφράσεις: упадок, вырождение, перерождение, дегенерация, дегенеративность, дегенерации, Degeneration