Εκφύλιση στα δανικά

Μετάφραση: εκφύλιση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
Degeneration, degenerering, Forandringer, Makuladegeneration, Degenerative forandringer
Εκφύλιση στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκφύλιση

εκφύλιση μεσοσπονδύλιου δίσκου, εκφύλιση ωχράς κηλίδας τεστ, εκφύλιση ινομυώματος, εκφύλιση ωχράς κηλίδας του stargardt, εκφύλιση ωχράς κηλίδας σε νεους, εκφύλιση λεξικό γλώσσας δανικά, εκφύλιση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • εκφυλίζομαι στα δανικά - degenereret, degenererede, degenerere, degenerede, af degenereret
  • εκφωνώ στα δανικά - aflevere, udtaler, udtale, man udtaler
  • εκχύλισμα στα δανικά - uddrag, ekstrakt, ekstraktet, ekstrakten
  • εκών στα δανικά - gerne, willy, tissemand
Τυχαίες λέξεις
Εκφύλιση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: Degeneration, degenerering, Forandringer, Makuladegeneration, Degenerative forandringer