Εξάρτηση στα βουλγαρικά

Μετάφραση: εξάρτηση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
зависимости, колония, зависимост, зависимостта, на зависимостта, зависимост от, зависимостта от
Εξάρτηση στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξάρτηση

εξάρτηση από το διαδίκτυο, εξάρτηση και αναπαραγωγή, εξάρτηση στίχοι, εξάρτηση από ηλεκτρονικά παιχνίδια, εξάρτηση από τα ναρκωτικά, εξάρτηση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εξάρτηση στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • εξάρθρωση στα βουλγαρικά - изкълчване, дезорганизация, дислокация, объркване, разместване
  • εξάρτημα στα βουλγαρικά - компонент, елемент, за компонент, компонента
  • εξάρτηση στα βουλγαρικά - зависимости, колония, зависимост, зависимостта, на зависимостта, зависимост от, зависимостта от
  • εξάτμιση στα βουλγαρικά - изпарение, изпаряване, изпаряването, изпарението, изпарява
  • εξάχνωση στα βουλγαρικά - сублимация, идеализирам, сублимират, сублимира, сублимат, пречистите
Τυχαίες λέξεις
Εξάρτηση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: зависимости, колония, зависимост, зависимостта, на зависимостта, зависимост от, зависимостта от