Ιππεύω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ιππεύω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
хамалски, кранта, Рязка рана, Hack, рана
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιππεύω
ιππεύω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ιππεύω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ιονίζω στα βουλγαρικά - йонизирам, йонизиране, йонизиране на, йонизират, йонизира
- ιππασία στα βουλγαρικά - езда, каране, база, кон, на кон
- ιππικό στα βουλγαρικά - кавалерия, конница, кавалерийски, кавалерията, конници
- ιπποκόμος στα βουλγαρικά - жених, hostler
Τυχαίες λέξεις
Ιππεύω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: хамалски, кранта, Рязка рана, Hack, рана
Μεταφράσεις: хамалски, кранта, Рязка рана, Hack, рана