Ιππεύω στα εσθονικά

Μετάφραση: ιππεύω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sõit, näksima, põtkama, labastama, jalahoop, näks
Ιππεύω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ιππεύω

ιππεύω λεξικό γλώσσας εσθονικά, ιππεύω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ιονίζω στα εσθονικά - osoneerima, ioniseerima, ioniseerida, ioniseerivad, ioniseerimiseks, ioniseeruvad
  • ιππασία στα εσθονικά - ratsutamine, sõitev, sõit, riding, sõitmine, Matka-
  • ιππικό στα εσθονικά - mobiilüksus, ratsavägi, ratsaväe, ratsanikku, ratsaväega, ratsaväerünnaku
  • ιπποκόμος στα εσθονικά - tallimees, sugema, peigmees, hostler
Τυχαίες λέξεις
Ιππεύω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: sõit, näksima, põtkama, labastama, jalahoop, näks